του Φραγκίσκου Κουτεντάκη*
Πριν από δύο μήνες η κυβέρνηση πανηγύριζε την περίφημη έξοδο στις αγορές, παρουσιάζοντάς την, ούτε λίγο ούτε πολύ, ως το τέλος της κρίσης: Αφού είμαστε στις αγορές, δεν χρειαζόμαστε άλλα πακέτα διάσωσης, βγαίνουμε από το Μνημόνιο κι έρχεται η ανάπτυξη. Φυσικά το όλο παραμύθι ήταν γεμάτο ανακρίβειες: Πρώτα απ’ όλα η χώρα δανείστηκε με επιτόκιο ελάχιστα χαμηλότερο από εκείνο που δανειζόταν λίγο πριν μπει στο Μνημόνιο, όταν είχε αρκετά μικρότερο λόγο χρέους προς ΑΕΠ. Αν η Ελλάδα ανακυκλώσει το χρέος των επόμενων ετών με τέτοιο επιτόκιο το πιθανότερο είναι το χρέος να εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα ύψη. Ακόμα όμως κι αν το επιτόκιο, ήταν χαμηλότερο, η έξοδος στις αγορές από μόνη της (όπως και το πρωτογενές πλεόνασμα) δεν εξασφαλίζει καμιά ανάπτυξη. Η τελευταία εξαρτάται από την πραγματική οικονομική δραστηριότητα, η οποία με τη σειρά της είναι το αποτέλεσμα πολλών παραγόντων πέρα από τη δημοσιονομική κατάσταση. Όπως και να ‘χει, το παραμύθι πούλησε σε όσους ήθελαν να το πιστέψουν. Άλλωστε υπήρχε και η εγγύηση των Ευρωπαίων εταίρων που δήλωναν ενθουσιασμένοι από τις επιτυχίες της Ελλάδας και δεν παρέλειψαν να τονίσουν τη σημασία της εξόδου στις αγορές.
Κάπως έτσι πήγε το πράγμα μέχρι τις ευρωεκλογές.
Δεν πρόλαβαν όμως να κλείσουν οι κάλπες και ξαφνικά δύο από τους ισχυρότερους άνδρες της οικονομικής διακυβέρνησης της Ευρωζώνης -ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών, Βόλφγκαγκ Σόιμπλε, κι ο Ολλανδός επικεφαλής του Eurogroup, Γερούν Ντάισελμπλουμ- δήλωσαν λίγο πολύ το ίδιο πράγμα: Η Ελλάδα δύσκολα θα καταφέρει να καλύψει τις χρηματοδοτικές ανάγκες των επόμενων ετών με δανεισμό από τις αγορές και, συνεπώς, εξετάζεται η πιθανότητα χορήγησης νέου χρηματοδοτικού πακέτου.
Ως συνήθως «ο κερατάς το μαθαίνει τελευταίος» και η ελληνική κυβέρνηση άκουσε από τις ειδήσεις ότι τελικά το Μνημόνιο δεν τελείωσε ακριβώς. Δεν είναι δύσκολο να καταλάβει κανείς ότι νέο πακέτο σημαίνει νέα συμφωνία (δεν τη λέμε Μνημόνιο) που θα επιβάλει νέα μέτρα. Το γεγονός ότι κάποιοι καθ’ ύλην αρμόδιοι εξετάζουν σοβαρά αυτό το σενάριο και το δηλώνουν ανοιχτά είναι προφανές άδειασμα της κυβερνητικής θριαμβολογίας.
Το ερώτημα ωστόσο είναι γιατί έκαναν αυτές τις δηλώσεις. Μια ερμηνεία είναι πως πράγματι ο λογαριασμός δεν βγαίνει και η Ελλάδα είναι αδύνατο να δανειστεί από τις αγορές τα ποσά που θα χρειαστεί τα επόμενα χρόνια. Μπορεί να είναι ή να μην είναι έτσι, άλλωστε μιλάμε για προβλέψεις και προσδοκίες που δεν παρέχουν την απαιτούμενη βεβαιότητα για τη λήψη σοβαρών αποφάσεων.
Μια άλλη ερμηνεία, περισσότερο πολιτική και, κατά τη γνώμη μου, πιο σημαντική, είναι πως τα χρηματοδοτικά πακέτα προς την Ελλάδα -και ιδιαίτερα η τμηματική καταβολή τους μέσω δόσεων- δημιούργησαν έναν πανίσχυρο μηχανισμό ελέγχου της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης. Με άλλα λόγια, η τρόικα μπορούσε να εκβιάζει τη λήψη του ενός ή του άλλου μέτρου σε τακτά χρονικά διαστήματα απειλώντας με την καθυστέρηση της αντίστοιχης δόσης, πράγμα που δημιουργούσε ταμειακά προβλήματα στις πληρωμές του Δημοσίου. Αν, όπως προβλέπεται, οι δόσεις τελειώσουν μέσα στο καλοκαίρι (πλην κάποιων ποσών από το ΔΝΤ), αυτομάτως θα χαθεί ο συγκεκριμένος μηχανισμός ελέγχου αυξάνοντας εκ των πραγμάτων τους βαθμούς ελευθερίας της Ελλάδας.
Βέβαια, δεν ήρθε και το τέλος του κόσμου για τους δανειστές. Πάντα υπάρχουν μηχανισμοί επιβολής της θέλησης των αφεντικών της Ευρωζώνης στους διεφθαρμένους κυβερνώντες της μικρής χρεοκοπημένης Ελλάδας. Όμως το γεγονός είναι πως οι δόσεις λειτούργησαν ιδιαίτερα αποτελεσματικά μέχρι τώρα και η αντικατάστασή τους πιθανόν να αποσταθεροποιήσει προσωρινά τους συσχετισμούς δύναμης.
Προφανώς, από την πλευρά της κυβέρνησης, η πιθανή χορήγηση νέου πακέτου είναι ένας (ακόμα) εφιάλτης. Όμως το δίλημμα που έχει μπροστά της είναι αν προτιμά τα επίσημα κοράκια της τρόικας από τα ιδιωτικά κοράκια των αγορών.
αναδημοσίευσησ από
http://www.avgi.gr/article/2904137/telika-bgikame-i-oxi-stis-agores-
*Ο Φραγκίσκος Κουτεντάκης διδάσκει στο Οικονομικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης